Θα τρίζουν τα κόκαλα του Γιοβάν Τσαούς.Καλα για τους πέντε (6) μάγκες δε το συζητάω καν θα σφάζαν στο γονα και τον κάμερα μαν.Όταν αναπαράγεις ένα τραγούδι με σύγχρονα μέσα, βάζεις ένα στοιχείο της εποχής σε ένα παλιό τραγούδι κάνοντάς το πιο προσιτό στο σήμερα. Πρεπει έχεις τα αυτιά σου ανοιχτά και ακούς αυτό που θέλει να πει η αρχική έκδοση .Όχι να του αλλάζεις τα πατερα
Στίχοι σαν ηφαιστιακή φωτιά που ροβολάει και καίει στα έσω μας.. δεμένη στον υπέροχο ήχο. Ναι Νικηφόρε.. Ζαλικωθήκαμε τα όνειρα και τις ελπίδες σου. Μά οι ζαλιές μας ακυρώνονται καθώς πέρασε η ζωή μας στο αγνάντεμα.
@@ThomasPi75 ετσι ακριβως. Σου συνιστω λοιπον να παρατησεις το πληκτρολογιο και να ασχοληθεις κ παλι με το κεντημα, το πλεξιμο, το χειρογλυκανο κτλ, δηλ με ο,τι εκανες παλια
Θαυμάσια ενορχήστρωση, όμοια της δεν έχω να πω για άλλη σε αυτό το τραγούδι...η ερμηνεία όμως είναι από φτωχή έως υβριστική για ένα τέτοιο τραγούδι το οποίο είναι καθαρά επαναστατικό και ο Νικόλας το έκανε ερωτικό με τα λαϊκά γυρίσματα που έκανε... κρίμα για την ενορχήστρωση δλδ..
@@hroas937 Το τραγούδι είναι όντως από τον Βώλακα Δράμας! Μπράβο που ανεβάζετε τέτοια βίντεο αλλά να είναι σωστές και οι πληροφορίες! Αν απ'το "Αλάτι της γης" έδωσαν αυτήν την πληροφορία, ότι είναι απ' την Καλή Βρύση.... δεν ξέρουν τι τους γίνεται!!!
Ζήνωνος Πάσχα στο χωριό συγκέντρωση μετοίκων Τα νέα απ’ την Αθήνα στα όνειρα μου σφήνα Πόζα και λουστρίνι, ο Νάκος φιγουρίνι Πείνα μου μοιραία ζήλεια μου ρομφαία Μπήκα σ’ ένα τρένο πίσω δεν κοιτούσα Μέσα μου πετούσα ψήλωσα δυο πόντους Ζήνωνος μ’ έντυσε η ζωή στρατιώτη Ζήνωνος πόρνη η αγάπη η πρώτη από βράδυ σε πρωί μου τελειώνει η ντροπή Ζήνωνος Εδώ οι χωριανοί μου δεν βοηθάνε άλλον Σκούριασαν τα χέρια βρήκα άλλους τρόπους Είπα να χαθώ το τέλος μου να βάλω Λίγο ακόμα επάνω τρέλα μου σε φτάνω Στις εφημερίδες μάνα αν με είδες Μη μου στεναχωριέσαι Μάνα δε μου αξίζει Ζήνωνος... Στίχοι: Νίκος Ζούδιαρης Μουσική: Νίκος Ζούδιαρης Αλκίνοος Ιωαννίδης
'Εχω μια θλίψη που έρχεται απ’ την αρχή του κόσμου μαζί με την βαθιά πνοή, την παγωμένη λάμψη. Μπήκε στο πρώτο κύτταρο σαν μια μικρή ακίδα κι ότι απ’ αυτό γεννήθηκε θέλησε να υποτάξει Τ'αμέριμνα μικρά παιδιά, τα ζωα και τα δέντρα ποτέ της δεν τα γλέντησε, δεν είχε τι να κάνει. Μα αν έβρισκε συνείδηση, έβγαζε την βουκέντρα κι έσπρωχνε την βαρύθυμη στην τρομερή χοάνη Θλίψη σαν αδιόρατο βελόυδο, σαν μετάξι Κανείς δεν την ανίχνευσε, δεν βρέθηκε ο τρόπος Δε σου φωνάζει: `'είμ’ εδω'', κι ενώ όλα είναι εντάξει, αυτή είναι που θα φταίει αν δε σε χωράει ο τόπος Όπου τα λόγια είναι φτωχά, το πένθος είναι γλέντι κι όπου μπορούν να ερωτευτούν η όμορφη κυρία -που από τα ψώνια της γυρνά στο σπίτι ευτυχισμένη- κι ο σκελετός που βρέθηκε κάπου στην Σιβηρία Στρατιές περάσαν απο κεί, χαθήκανε στην δίνη σε μια πραγματικότητα ρευστή σαν άγριο μέλι οι ανήσυχοι σταυρώθηκαν, οι ήσυχοι τρομάξαν κι ένας περίπου αλώβητος: `'ο κύριος δε με μέλει" Θλίψη σαν αδιόρατο βελόυδο, σαν μετάξι Κανείς δεν την ανίχνευσε, δεν βρέθηκε ο τρόπος Δε σου φωνάζει: `'είμ’ εδω'', κι ενώ όλα είναι εντάξει, αυτή είναι που θα φταίει αν δε σε χωράει ο τόπος