Μαντινάδες Αναγυρίζω το στενό και πάω απ' άλλο τόπο, να μη σε βάλλω αγάπη μου στσι γλώσσες των ανθρώπω. Σαν θες εσύ να σ' αγαπώ κρυφά από τσι γειτόνους, βάλε μηλιά στην πόρτα σου, να χώνομαι στσι κλώνους. Στη γειτονιά που κάθεσαι, είν' όμορφες κοντά σου, μα συ 'σαι το χρυσό δεντρί κι οι άλλες τα κλαδιά σου. Πρόβαλλε στο παράθυρο, να δω το πρόσωπό σου, να δροσερέψω, να γενώ σαν τον βασιλικό σου. 🎶🎶🎶🎶🎶 Αρισμαροβιτσόβεργα και διαμαντένια πέτρα, πως ήθελα ανταμώσουμε το μάτι μου εξεπέτα. Βιόλα να κόψω δεν μπορώ εκτός κι αν παίξω πέτρα, γιατί είναι το μπαλκόνι τση πάνω από δέκα μέτρα. Βιόλα να κόψω δεν μπορώ από του μπαξέ τα τείχη, εκτός κι αν παίξω χαρακιά και τύχει και πετύχει.